Κυπριακή Λαϊκή Τέχνη
Η Λαϊκή Τέχνη είναι η δημιουργία κάθε λαού και εκφράζει τα διάφορα χαρακτηριστικά του μέσα από τους αιώνες. Μέσα από την Λαϊκή Τέχνη και παράδοση ενός έθνους, μπορούμε να προσδιορίσουμε την έκταση και την ποιότητα του πολιτισμού που έχει δημιουργήσει σε όλη την Ιστορική του διαδρομή. Η Λαϊκή Τέχνη είναι η τέχνη του λαού και έχει δημιουργηθεί για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του και το αίσθημα του ωραίου.
Η σημασία της Λαϊκής Τέχνης είναι τεράστια γιατί είναι η ίδια η ψυχή του λαού. Η Κυπριακή Λαϊκή Τέχνη έχει να μας φανερώσει πολλά. Αφού δοκιμάστηκε από τους διάφορους κατακτητές και μέσα από πολλές δοκιμασίες έφτασε ως τις μέρες μας σπουδαία, ακέραια και αξιοθαύμαστη.
Η σημασία της Λαϊκής Τέχνης είναι τεράστια γιατί είναι η ίδια η ψυχή του λαού. Η Κυπριακή Λαϊκή Τέχνη έχει να μας φανερώσει πολλά. Αφού δοκιμάστηκε από τους διάφορους κατακτητές και μέσα από πολλές δοκιμασίες έφτασε ως τις μέρες μας σπουδαία, ακέραια και αξιοθαύμαστη.
Ονομαστά Κέντρα Λαϊκής Τέχνης
Πάφος
Φύτη: Υφαντά - Κεντήματα Λεμεσός Φοινί: Αγγειοπλαστική Λάρνακα Κόρνος: Τερρακότες - Αγγεία Κόρμου Λεύκαρα: Κεντήματα Λευκαρίτικα |
Αμμόχωστος Λευκόνοικο: Υφαντά - Λευκονοιτζιάτικα Κερύνεια Λάπηθος: Αγγεία |
Είδη Λαϊκής Τέχνης
Υπάρχουν πολλά είδη της Λαϊκής μας Τέχνης όπως η αρχιτεκτονική, η υφαντική, η κεντητική, η αγγειοπλαστική, η καλαθοπλεκτική, η καλλιτεχνική μεταλλοτεχνία και η ξυλογλυπτική. Εκτός από αυτά τα είδη της Λαϊκής μας Τέχνης υπάρχουν και τα διάφορα είδη Λαϊκής Παράδοσης. Η Κυπριακή Λαϊκή Παράδοση περιλαμβάνει το δημοτικό τραγούδι (π.χ. Η Ροδαφνούσα), παραδοσιακός γάμος (προικοσύμφωνο), ήθη και έθιμα (π.χ. γιορτή του κρασιού, γαιδουροδρομίες, βάψιμο κόκκινων αυγών το Πάσχα) , λαϊκές δοξασίες (καλικάντζαροι) και παραδοσιακοί χοροί (πχ. τατσιά). Όλα αυτά αποτελούν ένα μέρος από την κουλτούρα του τόπου μας.
Κεντητική
Η κεντητική τέχνη της Κύπρου και τα κυπριακά κεντήματα δίκαια είναι φημισμένα σ’ όλο τον κόσμο. Υλικά που χρησιμοποιούνταν ήταν το βαμβάκι, το λινάρι και το μετάξι Η δαντέλλα «Reticello» απόκτησε από πολύ νωρίς εξαιρετική θέση στο εμπόριο των Κυπρίων. Ακόμη μέχρι τις μέρες μας είναι γνωστή και περιζήτητη με το όνομα «Λευκαρίτικα Κεντήματα. Οι κύριες περιοχές που άνθισε η κεντητική ήταν τα Λεύκαρα, το Όμοδος και η Αθηαίνου (Πηγή: Μαρία Ηλία).
Τα είδη των κυπριακών κεντημάτων είναι πολλά. Σύμφωνα με το χρώμα τους δυνατό να χωριστούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
1. Στα πολύχρωμα κεντήματα (χρωματιστές σταυροβελονιές, κοτσινόπλουμα ή κοτσινοπλούμια,τσεβρέδες, χρωματιστά ανεβατά).
2. Στα λευκά κεντήματα (ασπροπλούμια του βελονιού, λευκαρίτικα κεντήματα, πιττωτές και σκαλιώτικες δαντέλες «βενίς». πιπίλλες με κόμπο, φερβολιτέ. βελονάκι). (Πηγή: http://www.mcit.gov.cy).
Η κεντητική τέχνη της Κύπρου και τα κυπριακά κεντήματα δίκαια είναι φημισμένα σ’ όλο τον κόσμο. Υλικά που χρησιμοποιούνταν ήταν το βαμβάκι, το λινάρι και το μετάξι Η δαντέλλα «Reticello» απόκτησε από πολύ νωρίς εξαιρετική θέση στο εμπόριο των Κυπρίων. Ακόμη μέχρι τις μέρες μας είναι γνωστή και περιζήτητη με το όνομα «Λευκαρίτικα Κεντήματα. Οι κύριες περιοχές που άνθισε η κεντητική ήταν τα Λεύκαρα, το Όμοδος και η Αθηαίνου (Πηγή: Μαρία Ηλία).
Τα είδη των κυπριακών κεντημάτων είναι πολλά. Σύμφωνα με το χρώμα τους δυνατό να χωριστούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
1. Στα πολύχρωμα κεντήματα (χρωματιστές σταυροβελονιές, κοτσινόπλουμα ή κοτσινοπλούμια,τσεβρέδες, χρωματιστά ανεβατά).
2. Στα λευκά κεντήματα (ασπροπλούμια του βελονιού, λευκαρίτικα κεντήματα, πιττωτές και σκαλιώτικες δαντέλες «βενίς». πιπίλλες με κόμπο, φερβολιτέ. βελονάκι). (Πηγή: http://www.mcit.gov.cy).
Υφαντική
Η υφαντική τέχνη εξασκείται κυρίως από γυναίκες (υφαντάδες) αλλά και από άντρες που ονομάζονταν «Ανυφαντάδες». Στα παλαιότερα κάθε σπίτι στα χωριά είχε το δικό του αργαλειό και χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή του υφαντού το μαλλί, το βαμβάκι, το μετάξι και το λινάρι (Πηγή: Μαρία Ηλία).
Το φυθκιώτικο είναι το πιο γνωστό είδος κυπριακού υφαντού. Το όνομά του προέρχεται από το χωριό Φύτη που φαίνεται ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξή του. Τα φυθκιώτικα υφαντά χαρακτηρίζονται από πολύχρωμες γεωμετρικές ανάγλυφες ή πλουμιά, όπως ονομάζονται από τις υφάντριες, που σχηματίζονται σε βαμβακερό ύφασμα φυσικού χρώματος.
Τα πλουμιά έχουν κυρίως έντονα χρώματα: μπλε, κόκκινο, πράσινο, πορτοκαλί και κίτρινο. Γίνονται κατά την ύφανση με τη χρήση χοντρών χρωματιστών κλωστών ή «φυτιλιών» τα οποία τοποθετούνται από την υφάντρια ανάμεσα στα νήματα του στημονιού.
Το φυτιώτικο υφαντό κατασκευαζόταν κυρίως στο χωριό Φύτη, εξ ου και η ονομασία, και γειτονικά χωριά, καθώς και σε άλλες περιοχές της επαρχίας Πάφου. Χρησιμοποιείτο επίσης και στη χερσόνησο της Καρπασίας, όπου τοποθετείτο κατά μήκος της κάτω πλευράς του «βρατζιού» των γυναικών, χαρακτηριστικό της τοπικής παραδοσιακής φορεσιάς. Αυτά τα σχέδια, που ήταν πολύ πυκνά, λέγονταν «πεφκωτά» (σαν χαλί).
Σήμερα το φυτιώτικο υφαντό κατασκευάζεται σε μικρή κλίμακα στην επαρχία Πάφου, κυρίως στο χωριό προέλευσης του. Επίσης κατασκευάζεται από αριθμό γυναικών που έχουν εκπαιδευτεί από την Υπηρεσία Κυπριακής Χειροτεχνίας (Πηγή: http://www.aboutcyprus.org.cy).
Η υφαντική τέχνη εξασκείται κυρίως από γυναίκες (υφαντάδες) αλλά και από άντρες που ονομάζονταν «Ανυφαντάδες». Στα παλαιότερα κάθε σπίτι στα χωριά είχε το δικό του αργαλειό και χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή του υφαντού το μαλλί, το βαμβάκι, το μετάξι και το λινάρι (Πηγή: Μαρία Ηλία).
Το φυθκιώτικο είναι το πιο γνωστό είδος κυπριακού υφαντού. Το όνομά του προέρχεται από το χωριό Φύτη που φαίνεται ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξή του. Τα φυθκιώτικα υφαντά χαρακτηρίζονται από πολύχρωμες γεωμετρικές ανάγλυφες ή πλουμιά, όπως ονομάζονται από τις υφάντριες, που σχηματίζονται σε βαμβακερό ύφασμα φυσικού χρώματος.
Τα πλουμιά έχουν κυρίως έντονα χρώματα: μπλε, κόκκινο, πράσινο, πορτοκαλί και κίτρινο. Γίνονται κατά την ύφανση με τη χρήση χοντρών χρωματιστών κλωστών ή «φυτιλιών» τα οποία τοποθετούνται από την υφάντρια ανάμεσα στα νήματα του στημονιού.
Το φυτιώτικο υφαντό κατασκευαζόταν κυρίως στο χωριό Φύτη, εξ ου και η ονομασία, και γειτονικά χωριά, καθώς και σε άλλες περιοχές της επαρχίας Πάφου. Χρησιμοποιείτο επίσης και στη χερσόνησο της Καρπασίας, όπου τοποθετείτο κατά μήκος της κάτω πλευράς του «βρατζιού» των γυναικών, χαρακτηριστικό της τοπικής παραδοσιακής φορεσιάς. Αυτά τα σχέδια, που ήταν πολύ πυκνά, λέγονταν «πεφκωτά» (σαν χαλί).
Σήμερα το φυτιώτικο υφαντό κατασκευάζεται σε μικρή κλίμακα στην επαρχία Πάφου, κυρίως στο χωριό προέλευσης του. Επίσης κατασκευάζεται από αριθμό γυναικών που έχουν εκπαιδευτεί από την Υπηρεσία Κυπριακής Χειροτεχνίας (Πηγή: http://www.aboutcyprus.org.cy).
Πατήστε πάνω στους συνδέσμους
Πηγή: http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/DMLweaving_gr/DMLweaving_gr?OpenDocument |
Κυπριακή Λαϊκή Υφαντική
|
Το Φοινί είναι επίσης φημισμένο για τα περίπλοκα γλυπτά μικρά πήλινα αγγεία, με τη χαρακτηριστική κόκκινη απόχρωση. Φτιάχνονται με το χέρι, κυρίως από γυναίκες, χωρίς τη βοήθεια τροχού και χρησιμοποιούνται κυρίως για διακόσμηση.
Το χωριό Κόρνος κατάφερε να διατηρήσει την παράδοση της αγγειοπλαστικής, για την οποία είναι γνωστό. Το σχήμα, το μέγεθος και το είδος των αγγείων είναι ανάλογα με τη χρήση που θα έχει. Εκτός από τα πιθάρια υπάρχουν οι κούζες (σκεύη νερού μέτριου μεγέθους), τα σάτζια (μεγάλα, ανοικτά σκεύη για τηγάνισμα) και άλλα. Σήμερα η αγγειοπλαστική διατηρείται ως οικοτεχνία.
Τα χαρακτηριστικά της παραδοσιακής αγγειοπλαστικής της Λαπήθου (στην κατεχόμενη περιοχή Κερύνειας) είναι το επίχρισμα γνωστό ως «πατανάς», η πιτσιλωτή ή εγχάρακτη διακόσμηση και το άχρωμο υάλωμα. Οι πρόσφυγες αγγειοπλάστες από την Κερύνεια ξανάστησαν τα εργαστήρια τους στις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου όπου συνεχίζουν την παράδοση.
Η παραδοσιακή αγγειοπλαστική της Αμμοχώστου περιλαμβάνει κυρίως αγγεία από ανοικτόχρωμο πηλό, ψημένα σε καμίνια με ξύλα, που χρησιμοποιούνταν ως διακοσμητικά, «βάττες», «κούζες», «ποτίστρες» ή «κουμπαράδες». Επίσης εξάγονταν σε γειτονικές χώρες. Ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι τα ανθρωπόμορφα αγγεία της περιοχής αυτής, τα οποία ανάγονται στην αρχαιότητα (Πηγή: http://www.aboutcyprus.org.cy/gr/pottery).
Το χωριό Κόρνος κατάφερε να διατηρήσει την παράδοση της αγγειοπλαστικής, για την οποία είναι γνωστό. Το σχήμα, το μέγεθος και το είδος των αγγείων είναι ανάλογα με τη χρήση που θα έχει. Εκτός από τα πιθάρια υπάρχουν οι κούζες (σκεύη νερού μέτριου μεγέθους), τα σάτζια (μεγάλα, ανοικτά σκεύη για τηγάνισμα) και άλλα. Σήμερα η αγγειοπλαστική διατηρείται ως οικοτεχνία.
Τα χαρακτηριστικά της παραδοσιακής αγγειοπλαστικής της Λαπήθου (στην κατεχόμενη περιοχή Κερύνειας) είναι το επίχρισμα γνωστό ως «πατανάς», η πιτσιλωτή ή εγχάρακτη διακόσμηση και το άχρωμο υάλωμα. Οι πρόσφυγες αγγειοπλάστες από την Κερύνεια ξανάστησαν τα εργαστήρια τους στις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου όπου συνεχίζουν την παράδοση.
Η παραδοσιακή αγγειοπλαστική της Αμμοχώστου περιλαμβάνει κυρίως αγγεία από ανοικτόχρωμο πηλό, ψημένα σε καμίνια με ξύλα, που χρησιμοποιούνταν ως διακοσμητικά, «βάττες», «κούζες», «ποτίστρες» ή «κουμπαράδες». Επίσης εξάγονταν σε γειτονικές χώρες. Ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι τα ανθρωπόμορφα αγγεία της περιοχής αυτής, τα οποία ανάγονται στην αρχαιότητα (Πηγή: http://www.aboutcyprus.org.cy/gr/pottery).
Αγγειοπλαστική “Βαρωσίων (Αμμοχώστου)”, 1910
Πηγή Εικόνων: https://allikypros.wordpress.com/2009
|
Πατήστε πάνω στους συνδέσμους
Πηγή:http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/DMLpottery_gr/DMLpottery_gr?OpenDocument |
Η κεραμική στην Κρήτη και την Κύπρο
|
|
|
Ξυλοτεχνία
Οι τεχνίτες σε διάφορες περιόδους χρησιμοποιούσαν το ξύλο ως μέσο έκφρασης της άποψης τους για τον κόσμο γύρω τους, αντλώντας την έμπνευση τους από το φυτικό και ζωικό βασίλειο. Η αφαίρεση και ο συμβολισμός δημιούργησαν διακοσμητικά σχέδια που μαζί με τα γεωμετρικά μοτίβα και σχήματα είχαν ως αποτέλεσμα εκπληκτικές συνθέσεις.
Τα βασικά σύμβολα στην κυπριακή ξυλογλυπτική είναι τα πουλιά (τα οποία συμβολίζουν την αγάπη), οι λύκοι και τα λιοντάρια (που συμβολίζουν τη δύναμη), ο σταυρός (που συμβολίζει τον κύκλο της ζωής) και οι άγγελοι (που συμβολίζουν τους φύλακες και τους προστάτες).
Η ξυλογλυπτική στην Κύπρο χωρίζεται σε δυο κατηγορίες, την εκκλησιαστική και την κοσμική. Η εκκλησιαστική ξυλογλυπτική άνθισε στις αρχές του 16ου αιώνα όταν το ψηλό ξυλόγλυπτο εικονοστάσιο καθιερώθηκε στην Εκκλησία της Κύπρου. Παραδείγματα δυναμικής έκφρασης στο ξύλο μπορούμε να δούμε σκαλισμένα σε εικονοστάσια, δεσποτικούς θρόνους, άμβωνες, μανουάλια, στασίδια, πόρτες.
Η κοσμική ξυλογλυπτική επίσης χωρίζεται σε δυο κατηγορίες, την αστική και την αγροτική. Η αστική περιλαμβάνει όλα τα είδη ξύλινων επίπλων όπως ερμάρια, τραπέζια και καρέκλες που χρησιμοποιούνταν από τους ανθρώπους στις πόλεις.
Τα κύρια χαρακτηριστικά της αγροτικής ξυλογλυπτικής είναι ο πηγαίος τρόπος έκφρασης, η έλλειψη αναλογιών και η απλότητα. Παραδείγματα αυτού του είδους ξυλογλυπτικής είναι τα σεντούκια, τα κρεβάτια, οι καρέκλες, οι σουβάντζες, τα ερμάρια, οι καθρέφτες κ.τ.λ. (Πηγή: http://www.aboutcyprus.org.cy/gr/woodcarving)
Οι τεχνίτες σε διάφορες περιόδους χρησιμοποιούσαν το ξύλο ως μέσο έκφρασης της άποψης τους για τον κόσμο γύρω τους, αντλώντας την έμπνευση τους από το φυτικό και ζωικό βασίλειο. Η αφαίρεση και ο συμβολισμός δημιούργησαν διακοσμητικά σχέδια που μαζί με τα γεωμετρικά μοτίβα και σχήματα είχαν ως αποτέλεσμα εκπληκτικές συνθέσεις.
Τα βασικά σύμβολα στην κυπριακή ξυλογλυπτική είναι τα πουλιά (τα οποία συμβολίζουν την αγάπη), οι λύκοι και τα λιοντάρια (που συμβολίζουν τη δύναμη), ο σταυρός (που συμβολίζει τον κύκλο της ζωής) και οι άγγελοι (που συμβολίζουν τους φύλακες και τους προστάτες).
Η ξυλογλυπτική στην Κύπρο χωρίζεται σε δυο κατηγορίες, την εκκλησιαστική και την κοσμική. Η εκκλησιαστική ξυλογλυπτική άνθισε στις αρχές του 16ου αιώνα όταν το ψηλό ξυλόγλυπτο εικονοστάσιο καθιερώθηκε στην Εκκλησία της Κύπρου. Παραδείγματα δυναμικής έκφρασης στο ξύλο μπορούμε να δούμε σκαλισμένα σε εικονοστάσια, δεσποτικούς θρόνους, άμβωνες, μανουάλια, στασίδια, πόρτες.
Η κοσμική ξυλογλυπτική επίσης χωρίζεται σε δυο κατηγορίες, την αστική και την αγροτική. Η αστική περιλαμβάνει όλα τα είδη ξύλινων επίπλων όπως ερμάρια, τραπέζια και καρέκλες που χρησιμοποιούνταν από τους ανθρώπους στις πόλεις.
Τα κύρια χαρακτηριστικά της αγροτικής ξυλογλυπτικής είναι ο πηγαίος τρόπος έκφρασης, η έλλειψη αναλογιών και η απλότητα. Παραδείγματα αυτού του είδους ξυλογλυπτικής είναι τα σεντούκια, τα κρεβάτια, οι καρέκλες, οι σουβάντζες, τα ερμάρια, οι καθρέφτες κ.τ.λ. (Πηγή: http://www.aboutcyprus.org.cy/gr/woodcarving)
Πατήστε πάνω στους συνδέσμους
Πηγή: http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/DMLwoodwork_gr/DMLwoodwork_gr?OpenDocument
Πηγή: http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/DMLwoodwork_gr/DMLwoodwork_gr?OpenDocument
Αργυροχοεία - Μεταλλοτεχνία
Η τέχνη της αργυροχοΐας στην Κύπρο ήταν γνωστή από τα πανάρχαια χρόνια. Η κατεργασία των μετάλλων για
την κατασκευή κοσμημάτων αναπτύχθηκε σε σπουδαία τέχνη κατά τη Μυκηναΐκή περίοδο.
Αξιόλογα δείγματα κυπριακής αργυροχοΐας, καλύπτουν την Κυπρο- Μυκηναΐκή, την Αρχαϊκή, την Κλασσική και την Ελληνιστική περίοδο. Έργα αξιόλογα που βρίσκονται στα διάφορα μουσεία και σε ιδιωτικές συλλογές, παρουσιάζουν χαρακτηριστικά και τεχνικές που εφαρμόζονται στη νεότερη εποχή της κυπριακής αργυροχοΐας. Αξιόλογα επίσης κοσμήματα, εκκλησιαστικά και οικιακά σκεύη στην Κύπρο από την ΠρωτοΧριστιανική περίοδο (έκτυπη και διάτρητη διακόσμηση με ένθετο σμάλτο ). Γνωστοί ήταν και οι περίφημοι θησαυροί της Λάμπουσας που αποτελούν σπουδαία δείγματα της Πρωτοβυζαντινής τέχνης (Πηγή: http://akrites.org.cy/content/index.php?option=com_content&task=view&id=21&Itemid=35).
Είδη αργυροχοΐας
Η νεότερη αργυροχοΐα διακρίνεται:
Στην εκκλησιαστική αργυροχοΐα που περιλαμβάνει εκκλησιαστικά σκεύη όπως καλύμματα ευαγγελίων και εικόνων, δισκοπότηρα, εξαπτέρυγα, καντήλια, θυμιατήρια, κηροπήγια για την Αγία Τράπεζα, λαμπάδες, λειψανοθήκες, πόρπες και ζώνες ιερέων, κ.ά.
Στην αστική αργυροχοΐα που αναπτύχθηκε κυρίως στις πόλεις και περιλαμβάνει χανάπια, γλυκοθήκες, κουταλάκια, καπνιστομέρρεχα και γυναικεία κοσμήματα. Τα πιο συνηθισμένα κοσμήματα ήταν οι σπλίγγες του μαντηλιού και του στήθους, αλυσίδες, σταυροί, πούκλες στολισμένες με σμάλτο ή χρωματιστές πέτρες, σκουλαρίκια και δακτυλίδια.
Η τέχνη της αργυροχοΐας στην Κύπρο ήταν γνωστή από τα πανάρχαια χρόνια. Η κατεργασία των μετάλλων για
την κατασκευή κοσμημάτων αναπτύχθηκε σε σπουδαία τέχνη κατά τη Μυκηναΐκή περίοδο.
Αξιόλογα δείγματα κυπριακής αργυροχοΐας, καλύπτουν την Κυπρο- Μυκηναΐκή, την Αρχαϊκή, την Κλασσική και την Ελληνιστική περίοδο. Έργα αξιόλογα που βρίσκονται στα διάφορα μουσεία και σε ιδιωτικές συλλογές, παρουσιάζουν χαρακτηριστικά και τεχνικές που εφαρμόζονται στη νεότερη εποχή της κυπριακής αργυροχοΐας. Αξιόλογα επίσης κοσμήματα, εκκλησιαστικά και οικιακά σκεύη στην Κύπρο από την ΠρωτοΧριστιανική περίοδο (έκτυπη και διάτρητη διακόσμηση με ένθετο σμάλτο ). Γνωστοί ήταν και οι περίφημοι θησαυροί της Λάμπουσας που αποτελούν σπουδαία δείγματα της Πρωτοβυζαντινής τέχνης (Πηγή: http://akrites.org.cy/content/index.php?option=com_content&task=view&id=21&Itemid=35).
Είδη αργυροχοΐας
Η νεότερη αργυροχοΐα διακρίνεται:
Στην εκκλησιαστική αργυροχοΐα που περιλαμβάνει εκκλησιαστικά σκεύη όπως καλύμματα ευαγγελίων και εικόνων, δισκοπότηρα, εξαπτέρυγα, καντήλια, θυμιατήρια, κηροπήγια για την Αγία Τράπεζα, λαμπάδες, λειψανοθήκες, πόρπες και ζώνες ιερέων, κ.ά.
Στην αστική αργυροχοΐα που αναπτύχθηκε κυρίως στις πόλεις και περιλαμβάνει χανάπια, γλυκοθήκες, κουταλάκια, καπνιστομέρρεχα και γυναικεία κοσμήματα. Τα πιο συνηθισμένα κοσμήματα ήταν οι σπλίγγες του μαντηλιού και του στήθους, αλυσίδες, σταυροί, πούκλες στολισμένες με σμάλτο ή χρωματιστές πέτρες, σκουλαρίκια και δακτυλίδια.
Τεχνικές αργυροχοΐας
Οι αργυροχόοι χρησιμοποιούν διάφορες τεχνικές. Οι σημαντικότερες απ' αυτές είναι: Εγχάρακτη: Τεχνική κατά την οποία η διακόσμηση πάνω στο ασήμι γίνεται με εργαλεία χαρακτικής (καλέμια). Έκτυπη (πλουμιστή): Τεχνική που βασίζεται στο κτύπημα της ασημένιας πλάκας πάνω στο αμόνι ή σε στρώμα πίσσας για να δημιουργηθεί το ανάγλυφο. Η διακόσμηση αυτή ονομάζεται φουσκωτή. Τις λεπτομέρειες της διακόσμησης (πλούμισμα) τις κάνουν μετά το κτύπημα στην πίσσα. Διάτρητη (ξιγυριστή): Η παράσταση πάνω στην πλάκα κόβεται με το πριόνι (ξιγύρισμα) ώστε να φανεί καλύτερα η διακόσμηση. Με διάτρητη τεχνική είναι διακοσμημένα διάφορα εκκλησιαστικά είδη, όπως καντήλια, θυμιατήρια, κ.ά. Συρματέινη (τριφουρένια): Το μέταλλο, συνήθως καθαρό ασήμι, περνιέται από το σύρτη (εργαλείο με πολλές τρύπες διαφορετικής διαμέτρου) αρκετές φορές για να σχηματιστεί σε σύρμα. Ο σκελετός κατασκευάζεται με χοντρό σύρμα, ενώ για την ένθετη διακόσμηση χρησιμοποιείται λεπτό σύρμα που διαμορφώνεται σε διάφορα ελικωτά σχέδια. Οι τεχνίτες ορισμένες φορές χρησιμοποιούσαν την τεχνική αυτή σε συνδυασμό με το σμάλτο. Χυτή: Στη μέθοδο αυτή χρησιμοποιούν καλούπια (στάμφες) για την κατασκευή διαφόρων αντικειμένων. Στην τεχνική αυτή λιώνουν το ασήμι και το χυτεύουν στα καλούπια. Χυτή διάτρητη: Με τη μέθοδο αυτή οι τεχνίτες παίρνουν το χυτό αντικείμενο και το ξιγυρίζουν με μικρό πριονάκι ώστε να είναι πιο εντυπωσιακό. |
Η Υπηρεσία Κυπριακής Χειροτεχνίας του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού διατηρεί στενή συνεργασία με πολλά ιδιωτικά εργαστήρια αργυροχοΐας και έχει αναλάβει το ρόλο της έρευνας και μελέτης της παραδοσιακής αργυροχοΐας καθώς και την ανάπτυξη της σε σύγχρονη χειροτεχνία.
Εκκλησιαστική Αργυροχοΐα
Αστική Αργυροχοΐα Ενημερωτικά έντυπα Υπηρεσίας Κυπριακής Χειροτεχνίας Πατήστε πάνω στους συνδέσμους http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/DMLmetalwork_gr/DMLmetalwork_gr?OpenDocument Η Αργυροχοεία στην Κύπρο
|
Καλαθοπλεκτική
Η καλαθοπλεκτική είναι από τις παλιές τέχνες αφού η Κύπρος είναι πλούσια σε ύλες καλαθοπλεκτικής (καλάμια, σκινιές, λυγαριές και αγριελιές). Η τέχνη αυτή αναπτύχθηκε κυρίως στα Λειβάδια, στο Λιοπέτρι, στην Λακατάμεια και στον Αστρομερίτη.
Οι φυσικοί πόροι της Κύπρου πάντα παρέχουν άφθονες κατάλληλες πρώτες ύλες. Πολύ λίγα εργαλεία χρειάζονται και χρησιμοποιούνται από τους τεχνίτες για να φτιάξουν τη μεγάλη ποικιλία από καλάθια σε διάφορα σχήματα και μεγέθη, κατάλληλα για πολλές χρήσεις.
Η καλαθοπλεκτική είναι από τις παλιές τέχνες αφού η Κύπρος είναι πλούσια σε ύλες καλαθοπλεκτικής (καλάμια, σκινιές, λυγαριές και αγριελιές). Η τέχνη αυτή αναπτύχθηκε κυρίως στα Λειβάδια, στο Λιοπέτρι, στην Λακατάμεια και στον Αστρομερίτη.
Οι φυσικοί πόροι της Κύπρου πάντα παρέχουν άφθονες κατάλληλες πρώτες ύλες. Πολύ λίγα εργαλεία χρειάζονται και χρησιμοποιούνται από τους τεχνίτες για να φτιάξουν τη μεγάλη ποικιλία από καλάθια σε διάφορα σχήματα και μεγέθη, κατάλληλα για πολλές χρήσεις.
Η ποικιλία των υλικών που χρησιμοποιούνται δίνουν ένα φυσικό χρώμα στα καλάθια, τα οποία ποικίλλουν ανάλογα με τη διάθεση του κατασκευαστή. Σε μερικές περιπτώσεις οι πρώτες ύλες βάφονται με έντονα χρώματα. Παλαιότερα τα χρώματα ήταν φυσικά, ενώ σήμερα χρησιμοποιούνται χημικά χρώματα.
Η ανάγκη για συλλογή και μεταφορά προϊόντων όπως πατάτες, σταφύλια, ελιές, φρούτα κτλ οδήγησαν στην κατασκευή αντικειμένων για το σκοπό αυτό. Πλεγμένες λωρίδες από καλάμια ή φύλλα από φοινικιές χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή μαλακών καλαθιών για τη μεταφορά προϊόντων καθώς και για οικιακούς σκοπούς. Τα ίδια υλικά χρησιμοποιούνταν επίσης και για να σκεπάζουν τις οροφές των υποστέγων τους. Από όλα τα υλικά το πιο εύκολο στην ανεύρεσή του είναι το σκληρό καλάμι. Είναι επίσης το πιο εύκολο να χρησιμοποιηθεί γιατί όταν μουλιάσει στο νερό γίνεται αρκετά εύκαμπτο. Επιπλέον, υπάρχει σε διάφορα μεγέθη και μήκη. Εκτός από τα καλάμια, πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα είναι και τα διαφορετικά είδη ψαθιού όπως «βρούλλοι», «σαμμάτζι», «βελονιές», «φλούδι», «σκλινίτζια» και «τόνος» για μεταφορά ευαίσθητων προϊόντων. |
Μεγάλα καλάθια, οι «φάρτοι» χρησιμοποιούνταν κυρίως για τη μεταφορά ελαφριών προϊόντων και τα «ζεμπίλια» για τις ελιές. Τα διπλά καλάθια, οι «συρίζες», τοποθετούνταν στα γαϊδούρια και χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά αλατιού από τις λίμνες, και το «ζεμπίλι» με μακρύ λουρί που κρεμιόταν στον αριστερό ώμο του γεωργού, χρησιμοποιείτο για να σπείρουν τους σπόρους στα χωράφια. Οι εργάτες έπαιρναν μαζί τους ελιές και τυρί για γεύμα σε μικρά κλειστά καλάθια τα οποία ονομάζονταν «κοροκολιοί». Το ψωμί φυλαγόταν στην «ταπατζιά» (μαλακό καλάθι με σκοινί) το οποίο κρεμόταν από το ταβάνι στην κουζίνα. Τα «ταλάρια» (είδος μαλακού καλαθιού), τα οποία χρησιμοποιούνται ευρέως ακόμα και σήμερα, χρησιμεύουν για το στράγγισμα των τυριών (Πηγή: http://www.aboutcyprus.org.cy/gr/basketry).
Ψαθοπλεκτική
Καλαθοπλεκτική Ενημερωτικά έντυπα Υπηρεσίας Κυπριακής Χειροτεχνίας _Πατήστε πάνω στους συνδέσμους Πηγή: http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/DMLbasketry_gr/DMLbasketry_gr?OpenDocument |
Η Καλαθοπλεκτική στην Κύπρο
|
Κατασκευή καλαθιού
|
Ψηφιδωτό
Η τέχνη του ψηφιδωτού είναι μια τέχνη αυτόνομη. Η πέτρα, το βότσαλο, η υαλόμαζα, έγιναν εδώ και πολλά χρόνια μέσα έκφρασης του τεχνίτη και γνώρισαν κατά καιρούς μια μοναδική, αξεπέραστη ακμή.
Τα πρώτα γνωστά ψηφιδωτά βρέθηκαν στην εγγύς Ανατολή, στη Μεσοποταμία και υπολογίζεται πως είναι του 3000 π.Χ.
Πρώτοι οι ΄Ελληνες, πριν την Αλεξανδρινή εποχή, ανέπτυξαν τα ψηφιδωτά σε ουσιώδη τέχνη. Αναφορές όμως στα ψηφιδωτά της Κύπρου πηγαίνουν πίσω στο 1563 όταν έγινε η πρώτη αναφορά σε μωσαϊκό δάπεδο στο παλάτι στη Σαλαμίνα από κάποιο περιηγητή. Δεν υπήρχε καμιά άλλη αναφορά για τα ψηφιδωτά της Κύπρου μέχρι τον 19ο αιώνα, όπου σποραδικές αλλά συνεχόμενες ανασκαφές έφερναν στην επιφάνεια ψηφιδωτά δάπεδα. Η εικόνα για τα ψηφιδωτά της Κύπρου άλλαξε όμως όταν από το 1960 και μετά, ανασκαφές έφεραν στην επιφάνεια τα υπέροχα ψηφιδωτά της Πάφου, του Κουρίου, της Σαλαμίνας, κ.ά. ΄Ετσι η Κύπρος, τουλάχιστον από τη Μεσο-Ρωμαϊκή εποχή ανακηρύσσεται σαν ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα ψηφιδωτού της ανατολικής Μεσογείου.
Η Κύπρος καλύπτεται για την κατασκευή ψηφιδωτού από μια περίοδο περίπου 1000 χρόνων, από την Ελληνιστική περίοδο, τη Ρωμαϊκή, την πρωτο Χριστιανική και πρωτο Βυζαντινή περίοδο μέχρι τον 7ο αιώνα μ.Χ. όπου η Αραβική εισβολή έφερε την παρακμή της τέχνης αυτής στη Κύπρο.
Εξαιρετικής σημασίας ψηφιδωτά είναι αυτά της Παναγιάς Κανακαριάς στη Λυθράγκωμη που σώζονταν μέχρι το 1979. ΄Ηταν από τα λίγα απομεινάρια των ψηφιδωτών διακόσμησης των ναών πριν την εικονομαχία με μοναδικά εικονογραφικά χαρακτηριστικά. Αν και το παραδεισιακό τοπίο μέσα στο οποίο εικονίζεται η σύνθεση της Θεοτόκου μεταξύ των Αρχαγγέλων στα ψηφιδωτά της Κανακαριάς, δεν είναι ασυνήθιστο κατά τη προβυζαντινή περίοδο, η φωτεινή δόξα που περιβάλλει την ένθρονη Θεοτόκο με το Χριστό είναι εικονογραφικό στοιχείο μοναδικό κατά τη προβυζαντινή περίοδο και ανεπανάληπτο στον βυζαντινό κόσμο αργότερα. Τα ψηφιδωτά αυτά αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τους ζωγράφους και ψηφοθέτες του Βυζαντινού κόσμου, ιδιαίτερα της Κωνσταντινούπολης. Δυστυχώς τα ψηφιδωτά αυτά κατά την αφαίρεση τους, με βάρβαρο τρόπο, μετά την Τουρκική Εισβολή, καταστράφηκαν και όσα αποκολλήθηκαν από τη θέση τους σε υποφερτή κατάσταση, εξήχθηκαν και πουλήθηκαν λαθραία.
Μερικά χρόνια αργότερα εντοπίσθηκαν ορισμένα από τα ψηφιδωτά και η Κυπριακή Κυβέρνηση και η Εκκλησία της Κύπρου κίνησαν αγωγή στον κάτοχο τους. Τα ψηφιδωτά επεστράφησαν κατά το 1991 αλλά σημαντικά αλλοιωμένα. Τώρα εκτίθενται στο Βυζαντινό Μουσείο του Πολιτιστικού Κέντρου του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ στη Λευκωσία.
Η τέχνη του ψηφιδωτού είναι μια τέχνη αυτόνομη. Η πέτρα, το βότσαλο, η υαλόμαζα, έγιναν εδώ και πολλά χρόνια μέσα έκφρασης του τεχνίτη και γνώρισαν κατά καιρούς μια μοναδική, αξεπέραστη ακμή.
Τα πρώτα γνωστά ψηφιδωτά βρέθηκαν στην εγγύς Ανατολή, στη Μεσοποταμία και υπολογίζεται πως είναι του 3000 π.Χ.
Πρώτοι οι ΄Ελληνες, πριν την Αλεξανδρινή εποχή, ανέπτυξαν τα ψηφιδωτά σε ουσιώδη τέχνη. Αναφορές όμως στα ψηφιδωτά της Κύπρου πηγαίνουν πίσω στο 1563 όταν έγινε η πρώτη αναφορά σε μωσαϊκό δάπεδο στο παλάτι στη Σαλαμίνα από κάποιο περιηγητή. Δεν υπήρχε καμιά άλλη αναφορά για τα ψηφιδωτά της Κύπρου μέχρι τον 19ο αιώνα, όπου σποραδικές αλλά συνεχόμενες ανασκαφές έφερναν στην επιφάνεια ψηφιδωτά δάπεδα. Η εικόνα για τα ψηφιδωτά της Κύπρου άλλαξε όμως όταν από το 1960 και μετά, ανασκαφές έφεραν στην επιφάνεια τα υπέροχα ψηφιδωτά της Πάφου, του Κουρίου, της Σαλαμίνας, κ.ά. ΄Ετσι η Κύπρος, τουλάχιστον από τη Μεσο-Ρωμαϊκή εποχή ανακηρύσσεται σαν ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα ψηφιδωτού της ανατολικής Μεσογείου.
Η Κύπρος καλύπτεται για την κατασκευή ψηφιδωτού από μια περίοδο περίπου 1000 χρόνων, από την Ελληνιστική περίοδο, τη Ρωμαϊκή, την πρωτο Χριστιανική και πρωτο Βυζαντινή περίοδο μέχρι τον 7ο αιώνα μ.Χ. όπου η Αραβική εισβολή έφερε την παρακμή της τέχνης αυτής στη Κύπρο.
Εξαιρετικής σημασίας ψηφιδωτά είναι αυτά της Παναγιάς Κανακαριάς στη Λυθράγκωμη που σώζονταν μέχρι το 1979. ΄Ηταν από τα λίγα απομεινάρια των ψηφιδωτών διακόσμησης των ναών πριν την εικονομαχία με μοναδικά εικονογραφικά χαρακτηριστικά. Αν και το παραδεισιακό τοπίο μέσα στο οποίο εικονίζεται η σύνθεση της Θεοτόκου μεταξύ των Αρχαγγέλων στα ψηφιδωτά της Κανακαριάς, δεν είναι ασυνήθιστο κατά τη προβυζαντινή περίοδο, η φωτεινή δόξα που περιβάλλει την ένθρονη Θεοτόκο με το Χριστό είναι εικονογραφικό στοιχείο μοναδικό κατά τη προβυζαντινή περίοδο και ανεπανάληπτο στον βυζαντινό κόσμο αργότερα. Τα ψηφιδωτά αυτά αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τους ζωγράφους και ψηφοθέτες του Βυζαντινού κόσμου, ιδιαίτερα της Κωνσταντινούπολης. Δυστυχώς τα ψηφιδωτά αυτά κατά την αφαίρεση τους, με βάρβαρο τρόπο, μετά την Τουρκική Εισβολή, καταστράφηκαν και όσα αποκολλήθηκαν από τη θέση τους σε υποφερτή κατάσταση, εξήχθηκαν και πουλήθηκαν λαθραία.
Μερικά χρόνια αργότερα εντοπίσθηκαν ορισμένα από τα ψηφιδωτά και η Κυπριακή Κυβέρνηση και η Εκκλησία της Κύπρου κίνησαν αγωγή στον κάτοχο τους. Τα ψηφιδωτά επεστράφησαν κατά το 1991 αλλά σημαντικά αλλοιωμένα. Τώρα εκτίθενται στο Βυζαντινό Μουσείο του Πολιτιστικού Κέντρου του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ στη Λευκωσία.
Τα Ψηφιδωτά της Πάφου καλύπτουν μια έκταση 300 τετραγωνικών ποδιών και είναι τα καλύτερα που έχουν βρεθεί στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα ψηφιδωτά ήταν τα δάπεδα Ρωμαϊκών ευγενών και παρουσιάζουν σκηνές από την Ελληνική Μυθολογία. Τα ψηφιδωτά βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Πάρκο στην Κάτω Πάφο, κοντά στο λιμάνι. (Πηγή: http://www.athanasiou.com/gr/subpages/26/privacy).
|
Πρόσοψη του Φθινοπώρου απο το ψηφιδωτό των Τεσσάρων Εποχών. Οικία του Διονύσου 3ος αιώνας μ.χ (Πηγή: http://www.hellenica.de/Griechenland/Zypern/Arch/GR/Psifidota42.html).
Τα ψηφιδωτά της Κύπρου
Πατήστε πάνω στο σύνδεσμο Πηγή: http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/DMLmosaics_gr/DMLmosaics_gr?OpenDocument |
Αλλες Τέχνες
Τα μαντίλια ή τσιεμπέρκα με περίτεχνες πιπίλλες του βελονιού. Τα μαντίλια παλιά ήταν κεντημένα με σταυροβελονιά, τη βελονιά που ήταν διαδεδομένη περισσότερο από κάθε άλλη σε όλη τη Κύπρο. Μεταγενέστερα παρουσιάστηκαν τα σταμπωτά μαντίλια τα οποία τύπωναν οι μαντηλάρηδες και «πιπίλιαζαν» οι γυναίκες και οι κόρες των μαντηλάρηδων καθώς επίσης και άλλες γυναίκες επί πληρωμή σε διάφορα σχέδια και χρώματα. Μαντίλια τυπώνονταν στη Λάρνακα, στο Βαρώσι και στη Λευκωσία.
Τα Κοιλανιώτικα μαντίλια φτιαγμένα με την τεχνική του δεσίματος και της βαφής, παραδοσιακά μαντίλια του χωριού Κοιλανίου της επαρχίας Λεμεσού και της Λευκωσίας που γίνονταν μέχρι το 1960. Τα Κοιλανιώτικα ήταν ολομέταξα, δίμιτα από ντόπιο μετάξι και βάφονταν ως επί το πλείστον με φυτικές βαφές.
Κάδρα με κουκούλια του μεταξοσκώληκα. Τα κουκούλια κόβονται σε διάφορα σχήματα ως επί το πλείστον μπουκέτα με λουλούδια και πουλιά και ράβονται σε ύφασμα. Κάδρα με κουκούλια έφτιαχναν σε πολλά μέρη της Κύπρου ως επί το πλείστον από τις ίδιες τις γυναίκες που έκαμναν την εκτροφή του μεταξοσκώληκα, όπως για παράδειγμα στην Καρπασία και στην Μεσαορία. Τα κάδρα χρησιμοποιούνταν και σαν κορνίζες για φωτογραφίες.
Σκαλιστά κολότζια. Σκαλίζονταν σε σχήματα γεωμετρικά με ήρωες και διάφορα σχέδια από την καθημερινή ζωή του τόπου. Τα κολότζια τα χρησιμοποιούσαν για να σερβίρουν το κρασί ή κομμένο στη μέση για οικιακή χρήση.
Ξύλινες κούκλες σε διάφορα μεγέθη ντυμένες με παραδοσιακές στολές, γυναικείες και ανδρικές, Παφίτικες, Λευκωσιάτικες και Βρακάδες.
Δεν παραλείπονται φυσικά οι τατσιές, τα σισαμικά και τα πατούρια, παραδοσιακά αντικείμενα του τόπου. Αντικείμενα που υπήρχαν σε κάθε νοικοκυριό για να εξυπηρετούν τις ανάγκες της οικογένειας.
Το Μπατίκ που αν και δεν είναι καθόλου παραδοσιακή τέχνη χρησιμοποιείται με παραδοσιακά μοτίβα και μοτίβα από τι ζωή του τόπου μας (Πηγή: http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/DMLgeneral_gr/DMLgeneral_gr?OpenDocument)
Τα μαντίλια ή τσιεμπέρκα με περίτεχνες πιπίλλες του βελονιού. Τα μαντίλια παλιά ήταν κεντημένα με σταυροβελονιά, τη βελονιά που ήταν διαδεδομένη περισσότερο από κάθε άλλη σε όλη τη Κύπρο. Μεταγενέστερα παρουσιάστηκαν τα σταμπωτά μαντίλια τα οποία τύπωναν οι μαντηλάρηδες και «πιπίλιαζαν» οι γυναίκες και οι κόρες των μαντηλάρηδων καθώς επίσης και άλλες γυναίκες επί πληρωμή σε διάφορα σχέδια και χρώματα. Μαντίλια τυπώνονταν στη Λάρνακα, στο Βαρώσι και στη Λευκωσία.
Τα Κοιλανιώτικα μαντίλια φτιαγμένα με την τεχνική του δεσίματος και της βαφής, παραδοσιακά μαντίλια του χωριού Κοιλανίου της επαρχίας Λεμεσού και της Λευκωσίας που γίνονταν μέχρι το 1960. Τα Κοιλανιώτικα ήταν ολομέταξα, δίμιτα από ντόπιο μετάξι και βάφονταν ως επί το πλείστον με φυτικές βαφές.
Κάδρα με κουκούλια του μεταξοσκώληκα. Τα κουκούλια κόβονται σε διάφορα σχήματα ως επί το πλείστον μπουκέτα με λουλούδια και πουλιά και ράβονται σε ύφασμα. Κάδρα με κουκούλια έφτιαχναν σε πολλά μέρη της Κύπρου ως επί το πλείστον από τις ίδιες τις γυναίκες που έκαμναν την εκτροφή του μεταξοσκώληκα, όπως για παράδειγμα στην Καρπασία και στην Μεσαορία. Τα κάδρα χρησιμοποιούνταν και σαν κορνίζες για φωτογραφίες.
Σκαλιστά κολότζια. Σκαλίζονταν σε σχήματα γεωμετρικά με ήρωες και διάφορα σχέδια από την καθημερινή ζωή του τόπου. Τα κολότζια τα χρησιμοποιούσαν για να σερβίρουν το κρασί ή κομμένο στη μέση για οικιακή χρήση.
Ξύλινες κούκλες σε διάφορα μεγέθη ντυμένες με παραδοσιακές στολές, γυναικείες και ανδρικές, Παφίτικες, Λευκωσιάτικες και Βρακάδες.
Δεν παραλείπονται φυσικά οι τατσιές, τα σισαμικά και τα πατούρια, παραδοσιακά αντικείμενα του τόπου. Αντικείμενα που υπήρχαν σε κάθε νοικοκυριό για να εξυπηρετούν τις ανάγκες της οικογένειας.
Το Μπατίκ που αν και δεν είναι καθόλου παραδοσιακή τέχνη χρησιμοποιείται με παραδοσιακά μοτίβα και μοτίβα από τι ζωή του τόπου μας (Πηγή: http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/DMLgeneral_gr/DMLgeneral_gr?OpenDocument)
Παραδοσιακές ενδυμασίες
Το
ρόλο της μελέτης της κυπριακής λαϊκής φορεσιάς έχει αναλάβει η Υπηρεσία
Κυπριακής Χειροτεχνίας διασφαλίζοντας και συνεχίζοντας έτσι την
κληρονομιά και παράδοσή μας.
Το ένδυμα είναι ένα είδος έκφρασης. Μας πληροφορεί για το πρόσωπο που φορά το ένδυμα και την εποχή. Κάθε στυλ μεταφέρεται από αυτή τη «γλώσσα» του ενδύματος. Το κοστούμι είναι σαν ένα ιστορικό κείμενο που μπορεί κανείς να το διαβάσει. Εκτός από την αξία της για τη μελέτη του πολιτισμού, μια ενδυμασία από ωραίο ύφασμα, καλοραμμένη και κεντημένη, αποτελεί η ίδια έργο τέχνης. Είναι η πραγματική έκφραση της λαϊκής καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Για το γιατί ντύθηκε ο άνθρωπος και πως, δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες αλλά σίγουρα ρόλο παίζουν και οι ακραίες γεωγραφικές περιπτώσεις όπως για παράδειγμα οι πολύ κρύες ή πολύ ζεστές χώρες. Επίσης πολύ γνωστό είναι ότι ο προϊστορικός άνθρωπος ντύθηκε για να στολιστεί, όπως ντύθηκε κατ΄ αρχάς με δέρματα για να ξεγελάσει τα ζώα στο κυνήγι. Σύμφωνα με τους ερευνητές ελάχιστα δείγματα έχουν σωθεί στην Κύπρο μέχρι τον 18ο – 19ο αιώνα και ακόμη λιγότερα έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Στην Κύπρο οι ενδυμασίες ήταν πολύ απλές και συντηρητικές αλλά συνάμα και πολύ γραφικές.
Το ένδυμα είναι ένα είδος έκφρασης. Μας πληροφορεί για το πρόσωπο που φορά το ένδυμα και την εποχή. Κάθε στυλ μεταφέρεται από αυτή τη «γλώσσα» του ενδύματος. Το κοστούμι είναι σαν ένα ιστορικό κείμενο που μπορεί κανείς να το διαβάσει. Εκτός από την αξία της για τη μελέτη του πολιτισμού, μια ενδυμασία από ωραίο ύφασμα, καλοραμμένη και κεντημένη, αποτελεί η ίδια έργο τέχνης. Είναι η πραγματική έκφραση της λαϊκής καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Για το γιατί ντύθηκε ο άνθρωπος και πως, δεν υπάρχουν σαφείς πληροφορίες αλλά σίγουρα ρόλο παίζουν και οι ακραίες γεωγραφικές περιπτώσεις όπως για παράδειγμα οι πολύ κρύες ή πολύ ζεστές χώρες. Επίσης πολύ γνωστό είναι ότι ο προϊστορικός άνθρωπος ντύθηκε για να στολιστεί, όπως ντύθηκε κατ΄ αρχάς με δέρματα για να ξεγελάσει τα ζώα στο κυνήγι. Σύμφωνα με τους ερευνητές ελάχιστα δείγματα έχουν σωθεί στην Κύπρο μέχρι τον 18ο – 19ο αιώνα και ακόμη λιγότερα έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Στην Κύπρο οι ενδυμασίες ήταν πολύ απλές και συντηρητικές αλλά συνάμα και πολύ γραφικές.
Γυναικείες φορεσιές
Η Κυπριακή γυναικεία φορεσιά αποτελείτο βασικά από το εξωτερικό ένδυμα, το πουκάμισο και τα χαρακτηριστικά μακριά βρακιά. Τα διάφορα είδη ενδυμασιών ήταν: Η σαγιά που φοριόταν ως τον 19ο αιώνα στις περισσότερες αστικές και αγροτικές περιοχές της Κύπρου. Διατηρήθηκε με τοπικές παραλλαγές στις απομακρυσμένες περιοχές Καρπασιού και Πάφου μέχρις και τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας. Φοριόταν με μακρύ πουκάμισο και «βρακού» υφαντή για τις καθημερινές, ή μεταξωτή για τις γιορτές. Το «φουστάνι», μονοκόμματο φόρεμα με μέση και πιέτες, το οποίο επικράτησε ως τα μέσα του 20ου αιώνα. Με το φόρεμα χρησιμοποιούσαν κεντημένη ποδιά για τις γιορτές και απλή για τις καθημερινές. Στην Πάφο χρησιμοποιήθηκε το φουστάνι παράλληλα με τη σαγιά ως πιο ευκολοφόρετο. Οι γυναίκες κατά τους θερινούς μήνες όταν δούλευαν στα χωράφια φορούσαν το λεγόμενο "ζώμα" ζωνάρι από σκουρόχρωμο τετράγωνο ύφασμα, το οποίο δίπλωναν διαγώνια και έδεναν στη μέση με το τρίγωνο μέρος από πίσω. Ανάλογος με το ζώμα ήταν και ο «φουτάς», ορθογώνιο ύφασμα διπλωμένο διαγώνια που στερεώνετο μπροστά και κάλυπτε τα ρούχα από τη μέση και κάτω και η «πάννα» που φοριόταν στις ορεινές περιοχές της Κύπρου. Οι γυναίκες στις πόλεις χρησιμοποιούσαν τον «φουττά» στο λουτρό. Από τον 19ο αιώνα η σαγιά αντικαταστάθηκε στις πόλεις από τη λεγόμενη στολή «Αμαλίας» που αποτελείτο από τη «σάρκα», κοντή εφαρμοστή ζακέτα και μεταξωτή ή βαμβακερή φούστα σε ζωηρούς χρωματισμούς. Κάτω από τη «σάρκα» φορούσαν ολομέταξο ταϊστό πουκάμισο που στη τραχηλιά και τα μανίκια είχε λεπτή μεταξωτή δανδέλα του βελονιού, την πιπίλα. |
Αντρικές φορεσιές
Στην αντρική φορεσιά δεν υπήρχαν σημαντικές παραλλαγές από περιοχή σε περιοχή. Το βασικό μέρος της φορεσιάς ήταν η πολύπτυχη βράκα που φοριόταν σε ολόκληρη την Κύπρο με ασήμαντες παραλλαγές, και το πανωκόρμι γιλέκο ή ζιμπούνι. Παρά την ομοιομορφία υπάρχουν όμως οι τοπικές διαφορές όσον αφορά το μέγεθος της βράκας και το χρώμα του υφάσματος με το οποίο φτιαχνόταν το πανωκόρμι. Η βράκα ήταν φτιαγμένη από χοντρό δίμιτο βαμβακερό υφαντό, και την έβαφαν αφού εράβετο στους ντόπιους μπογιατζήδες, σε μαύρο χρώμα για τους ηλικιωμένους και μπλε για τους νέους. Υπήρχαν οι παραλλαγές ανάλογα με τον τόπο. Η καλή βράκα ήταν πολύ πλατιά και προσιαστή. Μέσα από την βράκα φορούσαν άσπρο βαμβακερό σώβρακο και πάνω πουκάμισο, το οποίο ήταν ριγωτό βαμβακερό για καθημερινή χρήση και μεταξωτό για κυριακάτικο, γιορτινό και γαμπρικό με ποικιλία στο ράψιμο και τη διακόσμηση, ανάλογα με τη περιοχή. Το πανωκόρμι, γιλέκο χωρίς μανίκια ή ζιμπούνι με μανίκια, ποικίλη στο ύφασμα και τη διακόσμηση. Το πανωκόρμι ήταν εφαρμοστό, μερικές φορές ίσιο και άλλες σταυρωτό με κουμπιά. Στη πλάτη υπάρχει κατακόρυφο άνοιγμα που κλείνει με κορδόνι ή κορδέλα για να δίνει ευχέρεια στις κινήσεις. Τα αγροτικά γιλέκα ή ζιμπούνια εγίνοντο με υφαντή βαμβακερή «αλατζιά». Το γιλέκο φοριόταν μόνο του το καλοκαίρι, το δε χειμώνα φοριόταν κάτω από το ζιμπούνι. Η «ζώστρα» το ζωνάρι συμπλήρωνε τη φορεσιά. Ήταν συνήθως καμωμένη από μαύρο μάλλινο δίμιτο υφαντό. Οι νέοι φορούσαν «ζώστρα» από κόκκινο υφαντό και στις γιορτές πολύχρωμη μεταξωτή ζώστρα το «ταλαπουλούζι» (Πηγή:http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/DMLcostumes_gr/DMLcostumes_gr?OpenDocument). |
Παραδοσιακά επαγγέλματα
Μέσα από την χειροτεχνία αναπτύχθηκαν και τα διάφορα Παραδοσιακά επαγγέλματα
- Οι αγγειοπλάστες κατασκεύαζαν αγγεία και αντικείμενα που εκτός από τα καθαρά πρακτικές ανάγκες τους ικανοποιούσαν και άλλες όπως τις θρησκευτικές.
- Ο Μάντης – Γανωματής ασχολείται με την επικασσιτέρωση των χάλκινων σκευών. Ο ίδιος ο τεχνίτης κατασκεύαζε επίσης όλα τα είδη των κόσκινων.
- Ο Πιτσιακσιής – Μαχαιροποιός κατασκεύαζε από ατσάλι όλη τη σειρά μαχαιριών που χρειάζονταν για επαγγελματικούς σκοπούς.
- Ο Ταλαιδώρος – Ξυλογλύπτης κατασκεύαζε τα σεντούκια αντικείμενα που διατηρούνται μέχρι σήμερα για φύλαγμα των ασπρόρουχων.
- Ο Τσαεράς – Καρεκλάς κατασκεύαζε καρέκλες. Στις πόλεις ο καρεκλάς κατασκεύαζε καρέκλες από τορνεμένα ξύλα στρογγυλής διατομής. Στα χώρια κατασκεύαζαν άλλο είδος καθίσματος τα λεγόμενα σκαμνιά από «αναθρήκαν».
- Ο Τζερκοπούλης κατασκεύαζε τα «τζερκά» κεριά για εκκλησιαστική χρήση. Επίσης κατασκεύαζε και κέρινα ομοιώματα παιδιών ή μελών του σώματος που αφιερώνουν οι πιστοί σε Άγιους της εκκλησίας για θεραπεία του πάσχοντος.
- Ο Μεταξάς ήταν ο τεχνίτης που έβγαζε το μετάξι από τα κουκούλια.
- Ο παπλωματάς ράβει βαμβακερά παπλώματα , στρώματα και μαξιλάρια για κρεβάτια, ντιβάνια,καναπέδες, πολυθρόνες κλπ. Το κύριο όργανο που χρησιμοποιεί είναι το «δοξάρι».
- Ο Στρατουράς – Σαμαράς κατασκευάζει «στρατούρκα» για τα γαϊδούρια.
- Ο Τσαγκάρης κατασκεύαζε από επεξεργασμένα δέρματα τράγου και κατσίκας τις «ποδίνες» που μπορούσαν να φορεθούν και στο δεξί και στο αριστερό πόδι.
Πηγή: Στέλλα Αντωνίου
Σύγχρονη κυπριακή τέχνη
Πηγή: Η Καθημερινή - Κυριακή 1 Ιουνίου 1997
|
Κοιτίδες Τέχνης και Πολιτισμού
Πηγή: Η Καθημερινή - Κυριακή 31 Οκτωβρίου 1993
|
Κυπριακή Παραδοσιακή Κατοικία
Ένα κομμάτι της κυπριακής παράδοσης είναι και η αρχιτεκτονική. Οι κάτοικοι της Κύπρου, κατά τον 19ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, χρησιμοποιούσαν ξύλα, πέτρες και πλιθάρι. Το πλιθάρι ήταν κατασκευασμένο από άχυρο και πηλό που το έφτιαχναν οι ίδιοι οι κάτοικοι. Η στέγη ήταν κατασκευασμένη από καλάμια και βολίτζια. Τα βολίτζια ήταν χοντρά ξύλα που έπαιρνα κυρίως από ελιές και πιο σπάνια από βελανιδιές. Στις πόλεις στις αρχές του 20οθ αιώνα είχε ήδη χρησιμοποιηθεί το σίδερο για την κατασκευή των σπιτιών.
Μέσα στα κυπριακά σπίτια, υπήρχε το δίχωρο με καμάρα. Το δίχωρο ήταν ο μεγάλος χώρος όπου τον χρησιμοποιούσαν και ως καθιστικό και ως κρεβατοκάμαρα ή μπορούσε να ήταν και η τραπεζαρία τους. Μπορεί στο δίχωρο να υπήρχε η αρμαρόλα, το ερμάρι που συνήθως είχε χαραγμένη την χαρακτηριστική μορφή του αετού. Η σουβάντζα ως κύριο διακοσμητικό στοιχείο στολισμένη με μαγείρισσες,κούζες κ.ά. υπήρχε σχεδόν σε όλα τα σπίτια των χωριών. Πιο κάτω βρισκόταν το σιδερένιο κρεβάτι με τα χρυσά «μήλα» και τα «σκλουβέρκα», δηλαδή τα άσπρα υφάσματα που κάλυπταν το πάνω μέρος του κρεβατιού. Γύρω υπήρχε η κουνουπιέρα που σκέπαζε όλο το κρεβάτι προστατεύοντας τον άνθρωπο που κοιμόταν πάνω από τα κουνούπια.
Το χαρακτηριστικό της Κυπριακής λαϊκής αρχιτεκτονικής είναι ότι όταν οι άνθρωποι έχτιζαν τα σπίτια τους, κατασκεύαζαν μόνο όσους χώρους χρειάζονταν. Χώρους βοηθητικούς και λειτουργικούς. Αυτοί οι λειτουργικοί χώροι ήταν η αποθή κη – τζελάρι ή σώσπιτο (όπου φύλαγαν τα διάφορα προϊόντα τους, όπως αλεύρι, λάδι, ελιές κ.α) – το μαειρκό και ο στάβλος. Το μαειρκό ήταν απαραίτητο γιατί ήταν ο χώρος όπου μαγείρευαν. Μικρός χώρος αποτελούμενος από ένα πάγκο και μια πέτρινη βούρνα (βρύση), όπου έπλεναν τα πιάτα. Οι νοικοκυρές συνήθιζαν να κρεμάνε στους τοίχους τα σκεύη που χρησιμοποιούσαν. Όλοι αυτοί οι χώροι ήταν περικυκλωμένοι από έναν αρκετά ψηλό τοίχο για προστασία από τους κλέφτες. Δίπλα συνήθως από το μαειρκόν, υπήρχε το λουτρό. Το λουτρό ήταν ένα μικρό δωμάτιο όπου έκαναν μπάνιο. Τα λερωμένα ρούχα τα έβαζαν σε μια ψάθινη κοφίνα, για να τα πλύνει πιο ύστερα η νοικοκυρά στο χέρι σε μια μεγάλη πέτρινη βούρνα (βρύση) έξω στην αυλή. Όλα τα σπίτια είχαν το στάβλο, αφού έτρεφαν ζώα για να ζήσουν την οικογένεια τους.
Οι κάτοικοι διακοσμούσαν μόνοι τους τα σπίτια τους. Στους τοίχους τοποθετούσαν κάδρα, τα οποία έφτιαχναν μόνοι τους από κουκκούλια του μεταξοσκώληκα, ή ακόμα και φωτογραφίες της οικογένειας ή κάποιου ήρωα. Τα σαλόνια των σπιτιών διακοσμούσε η γύψινη σου βάντζα με τα ωραία σκαλιστά σχήματα, όπου πάνω έβαζαν πιάτα ή πολλές φορές και εικόνες ακόμα και χειροποίητα πανέρια. Εκτός από αυτά, άλλα στολίδια ήταν και αντικείμενα καθημερινής χρήσης, όπως καρέκλες, το σκαλιστό ερμάρι και τα σεντούκια, τα οποία χρησιμοποιούσαν για να βάζουν μέσα τα ρούχα τους.
Μέσα στα κυπριακά σπίτια, υπήρχε το δίχωρο με καμάρα. Το δίχωρο ήταν ο μεγάλος χώρος όπου τον χρησιμοποιούσαν και ως καθιστικό και ως κρεβατοκάμαρα ή μπορούσε να ήταν και η τραπεζαρία τους. Μπορεί στο δίχωρο να υπήρχε η αρμαρόλα, το ερμάρι που συνήθως είχε χαραγμένη την χαρακτηριστική μορφή του αετού. Η σουβάντζα ως κύριο διακοσμητικό στοιχείο στολισμένη με μαγείρισσες,κούζες κ.ά. υπήρχε σχεδόν σε όλα τα σπίτια των χωριών. Πιο κάτω βρισκόταν το σιδερένιο κρεβάτι με τα χρυσά «μήλα» και τα «σκλουβέρκα», δηλαδή τα άσπρα υφάσματα που κάλυπταν το πάνω μέρος του κρεβατιού. Γύρω υπήρχε η κουνουπιέρα που σκέπαζε όλο το κρεβάτι προστατεύοντας τον άνθρωπο που κοιμόταν πάνω από τα κουνούπια.
Το χαρακτηριστικό της Κυπριακής λαϊκής αρχιτεκτονικής είναι ότι όταν οι άνθρωποι έχτιζαν τα σπίτια τους, κατασκεύαζαν μόνο όσους χώρους χρειάζονταν. Χώρους βοηθητικούς και λειτουργικούς. Αυτοί οι λειτουργικοί χώροι ήταν η αποθή κη – τζελάρι ή σώσπιτο (όπου φύλαγαν τα διάφορα προϊόντα τους, όπως αλεύρι, λάδι, ελιές κ.α) – το μαειρκό και ο στάβλος. Το μαειρκό ήταν απαραίτητο γιατί ήταν ο χώρος όπου μαγείρευαν. Μικρός χώρος αποτελούμενος από ένα πάγκο και μια πέτρινη βούρνα (βρύση), όπου έπλεναν τα πιάτα. Οι νοικοκυρές συνήθιζαν να κρεμάνε στους τοίχους τα σκεύη που χρησιμοποιούσαν. Όλοι αυτοί οι χώροι ήταν περικυκλωμένοι από έναν αρκετά ψηλό τοίχο για προστασία από τους κλέφτες. Δίπλα συνήθως από το μαειρκόν, υπήρχε το λουτρό. Το λουτρό ήταν ένα μικρό δωμάτιο όπου έκαναν μπάνιο. Τα λερωμένα ρούχα τα έβαζαν σε μια ψάθινη κοφίνα, για να τα πλύνει πιο ύστερα η νοικοκυρά στο χέρι σε μια μεγάλη πέτρινη βούρνα (βρύση) έξω στην αυλή. Όλα τα σπίτια είχαν το στάβλο, αφού έτρεφαν ζώα για να ζήσουν την οικογένεια τους.
Οι κάτοικοι διακοσμούσαν μόνοι τους τα σπίτια τους. Στους τοίχους τοποθετούσαν κάδρα, τα οποία έφτιαχναν μόνοι τους από κουκκούλια του μεταξοσκώληκα, ή ακόμα και φωτογραφίες της οικογένειας ή κάποιου ήρωα. Τα σαλόνια των σπιτιών διακοσμούσε η γύψινη σου βάντζα με τα ωραία σκαλιστά σχήματα, όπου πάνω έβαζαν πιάτα ή πολλές φορές και εικόνες ακόμα και χειροποίητα πανέρια. Εκτός από αυτά, άλλα στολίδια ήταν και αντικείμενα καθημερινής χρήσης, όπως καρέκλες, το σκαλιστό ερμάρι και τα σεντούκια, τα οποία χρησιμοποιούσαν για να βάζουν μέσα τα ρούχα τους.
Παραδοσιακό σπίτι στο Παραλίμνι
Παραδοσιακή κατοικία που χρονολογείται τον 19ο αιώνα...
Τα εκθέματα αποτελούν δωρεά των δημοτών της κοινότητας του Παραλιμνίου και σχετίζονται με την καθημερινή ζωή και τις ασχολίες των κατοίκων της περιόδου 19ου – αρχές 20ου αιώνα. Μέσα από τα εκθέματα, ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να μελετήσει και να γνωρίσει τη λαϊκή παράδοση και τον τρόπο ζωής της τότε εποχής. Η έκθεση είναι χωρισμένη σε πέντε χώρους:
Ηλιακός: Εδώ εκτίθενται εργαλεία της υφαντικής τέχνης, καθώς και οικιακά σκεύη.
Μικρό Δωμάτιο: Εδώ συναντάμε τα διάφορα παραδοσιακά κουζινικά σκεύη και ορισμένα σκεύη – εργαλεία, για την παρασκευή του ψωμιού.
|
Υπόστεγα – Αυλή: Σε αυτούς τους χώρους εκτίθενται τα γεωργικά εργαλεία, ένα πηγάδι, μια μυλόπετρα, σκαφτές βούρνες, χειροκίνητο «αλακάτι» κ.α.
Δίχωρο: Αποτελεί το κυρίως μέρος της κατοικίας. Στο χώρο αυτό συναντάμε έπιπλα (π.χ. κρεβάτι, ερμάρι, σεντούκι),υφαντά και ενδυμασίες της εποχής εκείνης.
Νέο Δωμάτιο: Έχει προστεθεί μεταγενέστερα στο παλιό κτίσμα και σε αυτό έχουν τοποθετηθεί παλιά παραδοσιακά και άλλα νεότερα αντικείμενα και διακοσμητικά.
|
Πηγή: http://www.bigcyprus.com.cy/el/blog/47-paradosiako-spiti-stin-kardia-tou-paralimniou
Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου
Πατήσε πάνω στην εικόνα
Πηγή: http://www.cypriotstudies.org/Mouseio.html
Πηγή: http://www.cypriotstudies.org/Mouseio.html
Πηγή: http://www.aboutcyprus.org.cy/gr/phyti-weaving
Πηγή: http://www.inside.com.cy/easyconsole.cfm/id/1/
Πηγή: http://panagiotisandriopoulos.blogspot.gr/2010/10/blog-post_18.html
Πηγή: http://akrites.org.cy/content/index.php?option=com_content&task=view&id=18&Itemid=33
Πηγή: http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/All/FDD442569E4BE0EEC2257A37004EE932?OpenDocument
Πηγή: http://www.inside.com.cy/easyconsole.cfm/id/1/
Πηγή: http://panagiotisandriopoulos.blogspot.gr/2010/10/blog-post_18.html
Πηγή: http://akrites.org.cy/content/index.php?option=com_content&task=view&id=18&Itemid=33
Πηγή: http://www.mcit.gov.cy/mcit/chs/chs.nsf/All/FDD442569E4BE0EEC2257A37004EE932?OpenDocument